εργοδεικτικός

εργοδεικτικός
-ή -ό
1. αυτός που δείχνει ή παρουσιάζει τις μονάδες τού έργου
2. φρ. «εργοδεικτικό διάγραμμα» — διάγραμμα μεταβολής πιέσεως-όγκου θερμικής μηχανής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”